σακελλίου

σακελλίου
σακέλλιον
neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Chartoularios — This article is about the Byzantine office. For the medieval manuscripts, see cartulary. The chartoularios or chartularius (Greek: χαρτουλάριος), Anglicized as chartulary, was a late Roman and Byzantine administrative official, entrusted with… …   Wikipedia

  • Οιναιώτης, Γεώργιος — (13ος 14ος αι.). Βυζαντινός λόγιος. Μαζί με τον Γεώργιο Γαλησιώτη έγραψε μια παράφραση της πραγματείας Βασιλικός ανδριάς του Βλεμμύδη που εκδόθηκε με τον τίτλο Του σοφωτάτου κυρού Νικηφόρου του Βλεμμύδου λόγος περί βασιλείας, μεταφρασθείς προς το …   Dictionary of Greek

  • ГЕОРГИЙ ГАЛИСИОТ — [греч. Γεώργιος ὁ Γαλησιώτης] (1278/80 после 1357), визант. ритор, сакелларий храма Св. Софии в К поле, патриарший писец. Род. в Адрамиттии или в К поле. С 1294/96 г. обучался риторике у родственника, ритора Мануила Оловола, затем, став служащим… …   Православная энциклопедия

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”